Photography, writing, travel

Latest

Το νησί, μια περιήγηση στην αληθινή Σπιναλόγκα

Τι νησί είναι η Σπιναλόγκα; Αληθινό ή φανταστικό; Καταραμένο; Μυστηριώδες; Ελάχιστοι Έλληνες την έχουν επισκεφθεί, άγνωστο γιατί, παρ΄όλο που το νησί δέχεται καθημερινά χιλιάδες επισκέπτες εδώ και δεκαετίες. Το νησί βρίσκεται στον κόλπο της Ελούντας και για τους τυχερούς ενοίκους του υπερπολυτελούς ξενοδοχείου Blue Palace η θέα στη Σπιναλόγκα και το ανοιχτό πέλαγος πίσω της δεν διαταράσσεται από κανένα άλλο στοιχείο. Μοιάζει σαν το νησί να έχει τοποθετηθεί εκεί ως σκηνικό ιδανικό από την ανατολή ως το ηλιοβασίλεμα. Τη νύχτα εξαφανίζεται στο σκοτάδι. Η Σπιναλόγκα είχε ρεύμα μέχρι που έφυγε από αυτήν και ο τελευταίος κάτοικος. Έκτοτε το νησί “έκλεισε” και το ρεύμα κόπηκε και δεν ξαναήρθε. Έτσι τα βράδια δεν μπορείς να τη θαυμάσεις φωταγωγημένη αν και η ιστορική της αξία θα δικαιολογούσε τη δαπάνη.

Το νησί φιλοξένησε λαούς και πολιτισμούς από τις αρχές του 13ου αιώνα. Δεν έπαψε ποτέ να κατοικείται και η ιστορία με τη λέπρα αποτελεί μόνο το τελευταίο κεφάλαιο στην ιστορία του  -και προφανώς τον “ψυχολογικό” λόγο για τον οποίο δεν συνέχισε να κατοικείται και μετά την εξάλειψη της ασθένειας, όταν δηλαδή έφτασαν ως εκεί τα αντιβιοτικά και αποδείχτηκε πως η περιβόητη λέπρα γιατρευόταν με μια απλή αγωγή όπως οι περισσότερες λοιμώξεις. Με την ίδια λογική του παραλόγου βέβαια θα μπορούσε να μην κατοικείται και η Πεντέλη αφού κάποτε φιλοξένησε φυματικούς.

Στο νησί φτάνεις με το καϊκι από το λιμανάκι της Πλάκας και πληρώνεις τον βαρκάρη και ένα μικρό εισιτήριο. Μπαίνεις στο κάστρο από είσοδο με σιδερένιο “καταρράκτη” και χρειάζεσαι περίπου 1 ώρα για να κάνεις τον γύρο του νησιού με τα πόδια.

Το κάστρο, το τείχος, η οθωμανική αγορά, τα σπίτια, το κτίριο του νοσοκομείου και το παλιό λιμάνι πίσω στο βόρειο μέρος συντηρούνται μέχρι σήμερα οριακά ώστε να μην καταρρεύσουν. Ο πολιτιστικός πλούτος του νησιού στέκει ακόμα όρθιος αλλά ό,τι μπορούσε να μεταφερθεί από εδώ, μεταφέρθηκε. Που πήγε; Δεν ξέρουμε.

Με λίγα λόγια: Αν η Σπιναλόγκα βρισκόταν στη Γαλλία, θα ήταν πολιτιστικό μνημείο πανευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Επειδή βρίσκεται στην Ελλάδα όμως το πιο έξυπνο που μπόρεσαν να σκεφτούν όλες οι γενιές των Ελλήνων πολιτικών από το ’60 μέχρι σήμερα ήταν να δώσουν άδεια για να γυριστεί εκεί ένα πανάκριβο σίριαλ στην ελληνική γλώσσα, περιορισμένου κοινού, βασισμένο σε μια ιστορία που έγραψε για το νησί μια ξένη συγγραφέας μπεστ σέλερ μυθιστορημάτων. Τα υπόλοιπα θα απαιτούσαν κόπο, δουλειά δηλαδή, προσπάθεια. Και φαντασία.

Περισσότερα για την ιστορία της Σπιναλόγκα

Κείμενα: Μαρία Αθήνη, Φωτογραφίες:Γιάννης Αθυμαρίτης

Snow is coming…

Courchevel France

Courchevel France

Courchevel France

Courchevel France

Courchevel France

Val d’ Isere France

Courchevel France

Val d’ Isere France

Moena Italy

Sunset Colors

View from above

Parnassos Mountain

Windy Saturday morning in Athens.

http://www.vimeo.com/17245359

Nature

Διακοπές

Μικρή νυχτερινή γιορτή

Feu d’ artifice

Στις ορεινές και παραλιακές πόλεις που αγαπούν οι παραθεριστές στη Γαλλία συνηθίζουν να διοργανώνουν μια φορά την εβδομάδα γιορτή με πυροτεχνήματα. Εκεί το σόου δεν χρειάζεται αφορμές: η εκτόξευση των βεγγαλικών αποτελεί το θέαμα και δεν ακολουθεί αθλητικούς αγώνες ή άλλες διοργανώσεις. Η παράσταση αρχίζει γύρω στις 7.30 το χειμώνα, 10.30 τα καλοκαιρινά βράδια, διαρκεί περίπου μισή ώρα και γεμίζει τον ουρανό με χρώματα που διαγράφουν φωτεινές τροχιές προς πάσα κατεύθυνση.

Όταν η γιορτή τελειώσει, ο ουρανός κατεβάζει και πάλι τη μαύρη σκοτεινή αυλαία και ο κόσμος φεύγει με χίλιες φωτεινές ιδέες στο μυαλό.

Μερικές φορές ένα πυροτέχνημα, η αναμενόμενη κι όμως αναπόφευκτη έκπληξη που σου προκαλεί και η στιγμιαία αναλαμπή του αρκούν για να σου δώσουν τη λύση σε κάτι που από μέρες παίδευες στο μυαλό σου, τη φράση που αναζητούσες στο σενάριο ή το κλικ που ήθελε ο φωτογράφος για να κρατήσει την ωραία εικόνα για πάντα.

Τα βεγγαλικά (όπως και όλες οι γιορτές) κάνουν καλό στη δημιουργικότητα.

Λιμνοθάλασσα

Παραμύθι γυάλινο

Μια φορά κι έναν καιρό μέσα σε ένα γυάλινο κουτί ήταν ένα νησί με πράσινα λιβάδια, ψηλούς φοίνικες και λευκές αμμουδιές. Γύρω του υπήρχε μόνο θάλασσα και ουρανός. Στο νησί ζούσε ευτυχισμένος ο Λάκης, που είχε για φίλους του τα αστέρια, τα πουλιά, τα δέντρα, τα ψάρια.

Το κρεβάτι του ήταν μια αιώρα που την κρατούσαν γερά δυο ψηλά κυπαρίσσια.

Η θάλασσα έμοιαζε με μεγάλο καθρέφτη και ο Λάκης εκεί μιλούσε με τον εαυτό του -και πάντα στο τέλος συμφωνούσαν.

Κάθε πρωί ο Λάκης πετούσε πάνω από τους αμμόλοφους με το αγαπημένο του πουλί, έναν πελαργό, την Αλεξάνδρα. Το απόγευμα κολυμπούσε στη θάλασσα κι έκανε σκι με τον Πέτρο, το δελφίνι. Τη νύχτα πετούσε ως τα αστέρια πάνω στους Δίδυμους Κύκνους.

Μια μέρα ο Λάκης συνάντησε στο λιβάδι με τις μαργαρίτες τη Λούλα την πεταλούδα. Τότε για πρώτη φορά ο Λάκης ένιωσε πεταλούδες στο στομάχι. Όμως η Λούλα πέταξε και χάθηκε. Ο Λάκης έμεινε μόνος και μάλωσε με τον καθρέφτη του. Δεν ήθελε ούτε να κάνει σκι ούτε και να κολυμπήσει. Έκλαιγε όλη μέρα με γυάλινο δάκρυ.

Η Αλεξάνδρα για να τον διασκεδάσει τον ανέβασε στο μεγάλο φοίνικα. Αλλά ο Λάκης μόλις αντίκρισε το έρημο νησί, που γύρω του υπήρχε μόνο θάλασσα και ουρανός, έβαλε τα κλάματα και η Αλεξάνδρα τον κατέβασε.

Ο Πέτρος το δελφίνι προετοίμασε για το Λάκη μεγάλο πάρτυ στην ακρογιαλιά και κάλεσε τα χρωματιστά ψαράκια να του χορέψουν. Αλλά ο Λάκης δεν ήρθε στο πάρτυ.

Έμενε αμίλητος, ξαπλωμένος στην αιώρα του. Εκεί κανείς δεν τον ενοχλούσε. Τα κυπαρίσσια σέβονται τη σιωπή.

Μια νύχτα ρώτησε ξανά τα κρυστάλλινα αστέρια «πώς θα την ξαναβρώ;». Τα αστέρια κοίταξαν από ψηλά και βρήκαν τη Λούλα να πλέει πάνω σε ένα πράσινο φύλλο στον αφρό της θάλασσας.

Ο ουρανός έστειλε με τους Δίδυμους Κύκνους ένα μικρό γυάλινο κουτί για να βάλει εκεί ο Λάκης τη Λούλα και να μην την ξαναχάσει ποτέ.

Ο Λάκης όμως δεν ήθελε μια γυάλινη αγάπη. Αρκετά έζησε στη γυάλα του. Άνοιξε το κουτί, της μίλησε. Η Λούλα πέταξε γύρω του ευτυχισμένη και μετά ήρθε η άνοιξη.

Και ζήσαν αυτοί καλά και μας βάλαν τα γυαλιά…

(Φωτογραφία: Μεσολόγγι. 3ο βραβείο διαγωνισμού φωτογραφίας ΕΟΤ 2007)

Midnight Summer Dream

Πανσέληνος στη Δήλο, μια σχεδόν μεταφυσική εμπειρία: το φως του φεγγαριού λούζει και εξαγνίζει τους επισκέπτες.

Φωτογραφία: Γιάννης Αθυμαρίτης

Σε μια συνοικία

Η ζωή στο όριο της επιβίωσης.

(Η φωτογραφία συμμετείχε στην έκθεση Όρια που διοργάνωσε η Φωτογραφική Λέσχη Λάρισας το 2007)

Τραγούδι-καράβι

Ταξίδια του μυαλού

Ποτήρι κόκκινο κρασί

στο φως που ρίχνει ένα κερί

το γράμμα σου έγινε ένα κίτρινο καράβι

ανέβηκα κι εγώ κι εσύ

και με το χάρτινο σκαρί

ο χρόνος δεν μπορούσε πια να μας προλάβει

Οι αναμνήσεις είναι ταξίδια

Σε φέρνουνε πίσω στα ίδια

Κι όλο στα ίδια και στα ίδια

Γυρνάς, γερνάς και χαίρεσαι

Έρωτας Αύγουστος νησί

Μωβ ουρανός και άσπρη γη

Ένα τραγούδι που αγαπούσες στην κιθάρα

Με ένα ακόρντο από σι

Και το μακό το θαλασσί

την αγκαλιά σου αναζητούσα με λαχτάρα

Οι αναμνήσεις είναι ταξίδια

άλλα περίμενες, ήρθαν τα ίδια

κι όλο τα ίδια και τα ίδια

και ό,τι θυμάσαι χαίρεσαι.

(Στίχοι Μαρία Αθήνη, φωτογραφία Γιάννης Αθυμαρίτης)

Ξενοδοχείο

Τα δυσδιάκριτα όρια της ιδιωτικής από τη δημόσια ζωή, του παράνομου έρωτα με τον περιστασιακό, του αγοραίου με τον κατά συνθήκη, της ηδονής με την πτώση: μια σαθρή μεσοτοιχία.

(Το ξενοδοχείο Πανελλήνιον στη Σπάρτη. Η φωτογραφία συμμετείχε στην έκθεση Όρια που διοργάνωσε η Φωτογραφική Λέσχη Λάρισας το 2007.) Κείμενα Μαρία Αθήνη, Φωτογραφία Γ. Αθυμαρίτης

no comment

Μάρτιος στις Άλπεις

(Διαφήμιση του χιονοδρομικού κέντρου της πόλης Tignes στις γαλλικές Άλπεις.) Φωτο Γ. Αθυμαρίτης

τα καλοτάξιδα πουλιά

Αλλαγή περιβάλλοντος

Μπορεί θεωρητικά να μην «σε συμφέρει» ή να φοβάσαι πολύ πως θα το μετανιώσεις. Κι όμως πολλές φορές ο μόνος δρόμος για να ξαναβρείς τον εαυτό σου είναι να παραιτηθείς από τη δουλειά.

Όταν πια χάσεις κάθε ενδιαφέρον, κάθε όρεξη και κάθε όνειρο για τη δουλειά που κάνεις, εγκλωβίζεσαι σ΄έναν τρόπο ζωής που έχει πάψει να σε συγκινεί προ πολλού αλλά εξακολουθείς να υπηρετείς χωρίς συναίσθημα. Κατοικείς στο παρελθόν σου. Η ιδέα να φύγεις, να αλλάξεις ζωή, σου περνάει συχνά από το μυαλό αλλά εσύ τη διώχνεις  βιαστικά. Το συζητάς επίτηδες με τους ανθρώπους που ξέρεις ότι θα σε αποτρέψουν –και όντως οι περισσότεροι σε αποτρέπουν. Συμφωνείς κι εσύ μαζί τους πως κάποτε ήσουν πολύ ενθουσιασμένος που βρήκες αυτή τη δουλειά, τα λεφτά δεν είναι άσχημα –επιτέλους, ύστερα από τόσα χρόνια- και στο κάτω κάτω γιατί «να τους κάνεις τη χάρη» να φύγεις; Στον καθρέφτη βλέπεις την αλήθεια: δεν πιστεύεις ότι μπορείς να βρεις κάτι καλύτερο, φοβάσαι μην ταλαιπωρηθείς, βαριέσαι να μπλέξεις. Δεν μπορώ να φύγω, αυτό λες. Ο καιρός περνάει και δεν φεύγεις. Βουλιάζεις στην άμμο.

Έρχεται όμως κάποια μέρα που σου συμβαίνει κάτι σαν εσωτερική αστραπή, ένας έρωτας ή καλύτερα μια έμπνευση, μια λαμπερή ιδέα και το τοπίο φωτίζεται. Ξημερώνει. Πάνω στον καθαρό ουρανό ξεδιπλώνεται ένα μεγάλο άσπρο πανώ που γράφει «προχώρα και όλα θα πάνε καλά». Αρχίζεις να βλέπεις παντού καλούς οιωνούς. Παίρνεις στην τύχη ένα βιβλίο: Κ. Πολίτης Eroica ανοίγεις σε μια τυχαία σελίδα και διαβάζεις μια τυχαία φράση: «Τι είναι ηρωισμός; Την απόφαση που πήρες μοναχός σου, να την κρατήσεις ως το τέλος ό,τι κι αν συμβεί. Κι αν πάει στραβά, να μην το μετανιώσεις.» Να΄το πάλι το σημάδι. Η ιδέα να φύγεις, να αλλάξεις ζωή επιστρέφει και σε λούζει σαν καθαρό νερό. Τώρα το συζητάς με τους ανθρώπους που ξέρεις ότι θα σε ενθαρρύνουν. Σου φέρνουν παραδείγματα από άλλους που έκαναν το ίδιο, που αποφάσισαν να κυνηγήσουν τα όνειρά τους. Συμφωνείς μαζί τους πως δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα, πως σου αξίζει κάτι καλύτερο και τελικά δεν σε πήρανε τα χρόνια, κάπως θα τη βρεις την άκρη.

Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και το επόμενο δευτερόλεπτο έχεις ήδη υποβάλλει νοερώς την παραίτησή σου. Έχεις μόλις κάνει το πρώτο βήμα. Σε λίγο θα το μάθουν όλοι -και αυτοί που σε απέτρεψαν. Εκμεταλλεύεσαι το χρόνο που απομένει και προετοιμάζεις τις απαντήσεις σου, χτίζεις την άμυνά σου, δοκιμάζεις τις δυνάμεις σου, φρεσκάρεις τα γαλλικά σου. Τώρα πια δεν έχει σημασία αν ήταν λάθος η απόφαση που πήρες. Τώρα έχεις καινούργια φτερά. Συγχαρητήρια. Περνάς στην επόμενη φάση.

(Μαρία Αθήνη, πρώτη δημοσίευση στο Blow, περιοδικό  free press Μάρτιος 2008)